...ΧΑΡΑΖΕΙ

2014-10-09 16:12

                                                                                   ΧΑΡΑΖΕΙ …

Περασμένες 4 το πρωί και η καψούρα που λέγεται γραφή δε λέει να σταματήσει. Το χέρι πάνω στο πληκτρολόγιο και οι λέξεις η μία πίσω από την άλλη, και μια πρόταση μόλις που σχηματίστηκε. Ρέει ασταμάτητη, σαν τι να σας πω… να σαν την βροχή που άλλοτε δυναμώνει κι άλλες φορές κοπάζει για λίγο και ξανά μανά τα ίδια, κάτι τέτοιο ας πούμε.

Ακούω πολλούς που λένε πως η συγγραφή είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας, και από την άλλη  γράφοντας κανείς δημιουργεί, πλάθει χαρακτήρες και πολλές φορές μπαίνει μέσα σ’ αυτούς έτσι ώστε να είναι όσο περισσότερο γίνεται πιο πειστική η γραφή του. Αλλά και οι ήρωες του να είναι όσο γίνεται πιο αληθοφανείς σα να τους ήξερες από καιρό διαβάζοντας για δαύτους.   Όλα αυτά συμβαίνουν στα μυθιστορήματα ή στα διηγήματα, και οι μαρτυρίες πολλές από τους ανθρώπους που ασχολούνται με αυτό το είδος.

Σταματώ για λίγο και βγαίνω έξω από σπίτι για το απαραίτητο στριφτό τσιγάρο που μου κρατάει συντροφιά τέτοιες ώρες. Η κάφτρα του κοκκινίζει έντονα, αρκετά διακριτή από χιλιόμετρα μακριά, και ο καπνός αφού έκανε την καθιερωμένη βόλτα του μες στα πνευμόνια βγαίνει άσπρος με την ανοδική του πορεία να είναι σταθερή απόρροια της άπνοιας του ανέμου. Η ησυχία πλανάται παντού, ως και τα δυο σκυλιά αψηφούν το προκλητικό πέρασμα μιας γάτας σχεδόν από δίπλα τους, την γράφουν κανονικά και συνεχίζουν τον δικό τους ύπνο, δίχως καμιά όρεξη για πολλά-πολλά.   Άλλες φορές και δη νύχτες θα γινόταν πραγματική μάχη για το ποιος θα επικρατήσει, με τις νίκες να μοιράζονται εκατέρωθεν και ν’ αγνοείται η ύπαρξη του ισόπαλου αποτελέσματος χρόνια τώρα. Ζωικό βασίλειο είναι αυτό. Όλα ή τίποτα.  

Βλέποντας το ξημέρωμα που δειλά-δειλά κάνει την εμφάνισή του στα βάθη του ορίζοντα μια άλλη όμορφη μέρα του Οκτώβρη ξημερώνει. Είναι κι αυτή η πρωινή υγρασία του φθινοπώρου που η μυρωδιά της μπαίνει μες στα ρουθούνια και μετά άντε να κλείσεις μάτι. Παρατηρώντας λοιπόν τ’ αχνά χρώματα του ορίζοντα μου ’ρχονται στο μυαλό κάποιοι από τους στίχους του Θ. Παπακωνσταντίνου δια στόματος του Γ. Αγγέλακα που λέει:        

                                                  «… Καινούρια μέρα, καινούριος ποταμός
                                                        στις εκβολές του θα προσφέρει
                                                       όσα χαθήκαν, όσα ξεχάστηκαν
                                                        κι όσα γι’ αυτά κανείς δεν ξέρει…»