Ο ΚΑΜΠΟΣ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ

2014-04-19 18:49

           (Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα, καταστάσεις και γεγονότα είναι εντελώς τυχαία)

                                                                
                                                           
Μυτιλήνη. Μέσα Αύγουστου.
Όλο το νησί ξενύχτησε εκείνη την νύχτα περιμένοντας αγωνιωδώς την αυριανή ημέρα.
Βδομάδες πριν κι από τα μεγάφωνα όλων των χωριών, μικρών και μεγάλων της Λέσβου, προμήνυαν  ως το μεγαλύτερο  συμβάν όχι μόνο του καλοκαιριού αλλά και των τελευταίων δεκαετιών που έγινε  στη Μυτιλήνη. Για πολλούς επισκίασε ακόμα και τα πιο διάσημα γεγονότα που πραγματοποιήθηκαν στον τόπο, κάνοντας τους ν’ ανατρέξουν στο πολύ μακρινό παρελθόν ψάχνοντας παρόμοιό του.


Από την πρωτεύουσα ως την Άγρα, και από τον Μόλυβο ως το Πλωμάρι δεν υπήρχε κάτοικος του νησιού,  που να μην γνώριζε για την μεγαλειώδης εκείνη ημερομηνία που ολοένα πλησίαζε.  Οι αφίσες παντού, γραμμένες σε πολλές ξένες γλώσσες, και σε κάθε γωνιά της Λέσβου προέτρεπαν  όλους τους τουρίστες, να δώσουν το παρόν στα εγκαίνια του γηπέδου της Μυτιλήνης.
Κάποιοι ντόπιοι, ένθερμοι οπαδοί της τοπικής ομάδας  ως και τάματα είχαν κάνει στον Ταξιάρχη του Μανταμάδου, αλλά και την Παναγιά της Αγιάσου γι’ αυτήν την 18η Αυγούστου.  Με τα πόδια έφτασαν από την πρωτεύουσα του νησιού μέχρι την Πέτρα αλλά και στους άλλους θρησκευτικούς προορισμούς του τόπου, παρακαλώντας και περιμένοντας μια καλή κλήρωση.
Ήταν αυτό που περίμεναν, μήνες τώρα.


Οι περισσότεροι, αν όχι όλοι,  εύχονταν ο πρώτος αγώνας να γίνει στην καυτή πια έδρα του νησιού, και η αντίπαλη ομάδα να  είναι η πρωταθλήτρια  επί σειρά ετών της χώρας.
Όνειρο πολλών χρόνων η κατασκευή του γηπέδου της Μυτιλήνης ήταν πια πραγματικότητα, και η μεγάλη ημέρα απείχε μόλις ελάχιστα, για να δοθεί το πολυπόθητο εναρκτήριο λάκτισμα.   Από τις αρχές του καλοκαιριού όλα ήταν έτοιμα. Ο Αγιασμός είχε πραγματοποιηθεί τις πρώτες μέρες του Αυγούστου, και σύσσωμες  οι αρχές του τόπου βροντοφώναξαν  το παρών, προσδοκώντας αναγνώριση και διασημότητα βλέποντας τις μεγάλες και μακροχρόνιες προσπάθειές τους πως έπιασαν τόπο. Οι  ευθείες όμως ματιές τους  προς τις κάμερες μεγάλων καναλιών, κατεγράφησαν ως  λαϊκίστικες, όσο για τους πολιτικούς που βρέθηκαν εκεί, ψηφοθηρικές.


Άπαντες περηφανεύονταν για τον προσωπικό και δύσκολο αγώνα,  τις άνισες μάχες που έδωσαν με την γραφειοκρατία αλλά και τους Αθηναίους καρεκλοκενταύρους που καθυστέρησαν το έργο, βρίσκοντας εύκολες δικαιολογίες.    Ευτυχώς όμως,  μόνο δυο –τρεις απ’ αυτούς, απαιτούσαν το νέο στάδιο της Μυτιλήνης να φέρει αυτούσιο τ’ όνομά τους τιμής ένεκεν…
Υπερσύγχρονο,  δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτα με τα μεγάλα στάδια ευρωπαϊκών ομάδων κορυφαίων συλλόγων, αφού τα χρηματικά ποσά που δαπανήθηκαν ανέρχονταν σε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.  Τα πρώτα δοκιμαστικά τεστ που έγιναν, στέφθηκαν με απόλυτη επιτυχία,  αφού οι πυλώνες άναψαν φωτίζοντας επαρκώς το γήπεδο, ο χλοοτάπητας κοντοκουρεμένος ήταν ομοιόμορφος παντού,  και όλοι οι υπάλληλοι ήταν στις θέσεις τους φορώντας τα διακριτικά της ομάδας του νησιού και γηπεδούχου πια στην πράξη, κι όχι μέχρι πρότινος κατ’ ευφημισμό.
Για στολίδι του Αιγαίου έκαναν λόγο τα πρωτοσέλιδα αθλητικών εφημερίδων, και  κάποιες άλλες δικαίως το χαρακτήρισαν σαν διαμάντι του νησιού.

Απόγευμα της 18ης  Αυγούστου, και στις δυο πλατείες της Μυτιλήνης το αδιαχώρητο ίσως είναι αρκετά επιεικής όρος σαν λέξη για να δείξει την κοσμοσυρροή που ασφυκτικά  τις πλημμύρισε.  Το ίδιο σκηνικό  στα καφέ αλλά και στις παραλίες του νησιού. Θαρρείς και η ζωή στην Λέσβο σταμάτησε, και όλο το νησί καθηλώθηκε μπροστά στις τηλεοράσεις.   Οι γιγαντοοθόνες είχαν στηθεί απ’ άκρη σ’ άκρη στην πόλη, και το πρώτο μπαλάκι της κλήρωσης έκανε την εμφάνισή του. Στα χέρια του ομοσπονδιακού τεχνικού, που ήταν και ο επίσημος καλεσμένος της αθλητικής εκπομπής, ήταν κρεμασμένο  ένα ολόκληρο  νησί.  Οι φωνές σταμάτησαν και οι ανάσες όλων καλοκαιριάτικα πάγωσαν δίνοντας δροσιά που γι’ εκείνη την ώρα ήταν σ’ όλους απαραίτητη. Η αγωνία στα ύψη για το αποτέλεσμα  και το στόμα του παρουσιαστή το παρακολουθούσαν δεκάδες ζευγάρια μάτια, κολλημένα  κυριολεκτικά πάνω σ’ αυτό.


  Οι ευχές και τα τάματα που είχαν κάνει στους ντόπιους αγίους του νησιού απέδωσαν, και η κληρωτίδα έβγαλε το πρώτο παιχνίδι στην έδρα του νησιού με την μεγαλύτερη ομάδα της χώρας. Οι ζητωκραυγές ακούστηκαν ως τα παράλια της Τουρκίας και τα μαγικά χαρτάκια εισόδου στο ολοκαίνουργιο στάδιο τυπώθηκαν άμεσα εκείνο το βράδυ. Οι ουρές, στα εκδοτήρια του γηπέδου και σε άλλα εμπορικά καταστήματα της Ερμού, ξεπέρασαν σε όγκο και μήκος ακόμα κι αυτήν, την συναυλία των  Scorpions που χρόνια πριν είχε δοθεί στο νησί.


Μια μέρα πριν τον πρώτο επίσημο αγώνα, κι από ώρες το αεροδρόμιο της Μυτιλήνης έμοιαζε να είναι  υπό κατάληψη από το πλήθος του κόσμου που περίμενε να δει από κοντά το ίνδαλμά του.
Τον Λατινοαμερικάνο ποδοσφαιριστή Ράφαελ Κάμπος, το πρώτο βιολί της κιτρινόμαυρης αρμάδας,  που τα τελευταία δύο  χρόνια αγωνίζονταν στη χώρα. Αγαπητός, σε φίλους κι αντιπάλους προσιτός σε όλους  για το ήθος του αλλά και για την αδιαμφισβήτητη  μεγάλη αξία του.


«Μπορεί να πάρει μόνος του έναν αγώνα, ένστικτο killer, που βλέπει γήπεδο…. ξέρει πολλά κιλά μπαλίτσα… ». Οι συστάσεις για τον Κάμπος, δια στόματος του  μετρ των γηπέδων, και  μεγάλου πρώην προπονητή.


 Πρώτο όνομα στις μεταγραφικές περιόδους για τους εγχώριους συλλόγους,  και διακαής πόθος ομάδων της Ιβηρικής χερσονήσου, επέλεξε να μείνει για πάντα στην χώρα, αφού όπως φέρεται να  είπε σε άπταιστα ελληνικά, ο Χιλιανός στην καταγωγή Ράφαελ Κάμπος, «η Ελλάδα είναι πια η πατρίδα μου».


 Κι όταν άνοιξε η πόρτα του αεροσκάφους τον σήκωσαν στα χέρια τους, κι ακόμα πιο ψηλά ανέβασαν τα πανό που έγραφαν συνθήματα αγάπης κι ανυπέρβλητης λατρείας προς το πρόσωπο του Ράφαελ.  Όλοι τον πλησίασαν και σε όλους απλόχερα χάρισε αυτόγραφα και χαμόγελα. Μόνο κάποιος γνωστός σ’ όλους τους ντόπιους κι επιφανής άντρας του νησιού,  που συμμετείχε στις εκδηλώσεις συμπάθειας προς τον Ράφαελ, τον κοιτούσε από μακριά και ήταν ο μοναδικός που δεν τον πλησίασε.


Από το μεσημέρι αυτής της Κυριακής είχε γεμίσει  ο χώρος του γηπέδου από φιλάθλους, και το σφύριγμα της έναρξης από τον διαιτητή καταγράφηκε στην ιστορία της νησιώτικης  ομάδας σαν το πρώτο στα σαλόνια πια της διοργάνωσης.  


Σαν μια γιορτή του καλοκαιριού από τα πολλά πανηγύρια, και αρκετοί ήταν αυτοί που την σύγκριναν με  τον 15 Αύγουστο στην Αγιάσο από την αθρόα προσέλευση του κόσμου.  Σε κάθε επαφή με την μπάλα τ’ όνομα του Κάμπος δονούσε την ατμόσφαιρα από τις ιαχές του εκστασιασμένου πλήθους που τον έβλεπε πια από  κοντά.
 Το σφύριγμα της λήξης βρήκε τους ποδοσφαιριστές και των δυο ομάδων ικανοποιημένους από το ισόπαλο αποτέλεσμα και τους φιλάθλους περιχαρείς για τον Ράφαελ Κάμπος.


 Σωματώδης ποδοσφαιριστής με άρτια τεχνική κατάρτιση που μπορούσε να παίξει σε πολλές θέσεις από το κέντρο προς την επίθεση, αυτόματα έλυνε τα χέρια του κάθε προπονητή που τον είχε στην διάθεσή του.  Στα 27 του χρόνια είχε πλούσιο  ποδοσφαιρικό βιογραφικό ο Ράφαελ, μια και αγωνίστηκε σε πολλές ομάδες της χώρας του, αλλά λιτό ήταν αυτό, της εξωγηπεδικής ζωής του.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια μοιραία τον οδήγησαν στις αλάνες του Βαλπαραΐσο,  και στο ποδόσφαιρο κι από εκεί στις καλύτερες ομάδες της Χιλής.  Η αδυναμία της μητέρας του ως μοναχοπαίδι, που δεν πέταξε από την χαρά της όταν άκουσε για την μεταγραφή του στην Ευρώπη και πολύ περισσότερο στην Ελλάδα, για τους δικούς της λόγους που ποτέ δεν είπε στον γιο της.
Δεν του είπε ποτέ για τον πατέρα του, τον Έλληνα Ραφαήλ, ναυτικού  από ένα νησί απ’ ότι της είχε πει εκείνος.


  Τα γράμματα σωροί που έστελνε ο Ραφαήλ στην ίδια,  και τα ταξίδια του ακόμα περισσότερα ως την Χιλή  για να δει τον γιο του Ράφαελ περιμένοντας την μητέρα  του παιδιού του να τον ακολουθήσει μέχρι τα μέρη του.  Αυτό δεν έγινε ποτέ, αρνούμενη  πεισματικά ν’ αφήσει την δική της χώρα για την Ελλάδα.  Ονόμασε τον γιο της Ράφαελ για να της θυμίζει την ομορφότερη αλλά σύντομη περίοδο της ζωής της, που ήταν δίπλα στον Έλληνα ναυτικό.


Οι επαφές τους όμως συχνές αφού μιλούσαν για τον γιο τους, κι απ’ αυτήν έμαθε για τον ποδοσφαιριστή Ράφαελ Κάμπος ο πατέρας του.     
Οικονομικά ευκατάστατος ως καπετάνιος πλοίου, αποκόμισε πολλά κέρδη από το επάγγελμά του, αποσύρθηκε όμως γρήγορα από την ενεργό δράση. Το πόστο του στα διοικητικά δρώμενα της ομάδας ήταν άκρως διακριτικό και ελάχιστοι γνώριζαν την ύπαρξή του στα κοινά της.


  Αυτή η Κυριακή και για τους δυο θα μείνει για πάντα χαραγμένη μέσα στο μυαλό τους.  Πατέρας και γιος συναντήθηκαν πρώτη φορά και έμειναν μαζί για πολλά χρόνια.
 Την επόμενη μεταγραφική περίοδο, ο Ράφαελ Κάμπος ήρθε στο νησί  και η υποδοχή που του επιφύλαξαν οι ντόπιοι  θύμιζε άφιξη Αυτοκράτορα και Μεσσία. Στις πρώτες δηλώσεις του έκανε λόγο για την μεταγραφή στην ομάδα της καρδιάς του.